Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΠΑΝΑΓΙΩΝ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΩΝ

563

 

Ο Ναός της Αναστάσεως ή Πανάγιος Τάφος, όπως επικράτησε να λέγεται είναι ο αρχαιότερος και σπουδαιότερος από θρησκευτικής απόψεως Ναός της χριστιανοσύνης και της ανθρωπότητας, γιατί μέσα σ΄ αυτόν ο Σωτήρ του κόσμου Σταυρώθηκε, Τάφηκε και Αναστήθηκε εκ νεκρών. Είναι ο σεπτότερος Ναός της οικουμένης, γιατί μέσα στο Ναό βρήκαν και βρίσκουν παραμυθία, ανακούφιση και ελπίδα εκατομμύρια άνθρωποι. Οι κυριότεροι σταθμοί της ιστορίας του Ναού είναι:
Το 137 μ.Χ. ο αυτοκράτορας της Ρώμης Ανδριανός, για να εμποδίση τη μεγάλη προσέλευση προσκυνητών στον τόπο του μαρτυρίου του Χριστού, διέταξε να σκεπάσουν με χώματα το Γολγοθά και τον τάφο του Χριστού. Πάνω απ΄ αυτά έκτισε ναό της Αφροδίτης και άλλα δημόσια κτήρια.
Το 325-335 μ.Χ. ο ειδωλολατρικός ναός του Ανδριανού κατεδαφίζεται με διάταγμα του Μεγάλου Κωνσταντίνου και ύστερα από την ανεύρεση του Τιμίου Σταυρού και των άλλων προσκυνημάτων και με πρόταση του Επισκόπου Μακαρίου, κτίζεται το 325 μ.Χ. ο περίφημος Ναός της Αναστάσεως από τον Μεγάλο Κωνσταντίνο και τη μητέρα του Ελένη, τον οποίον περιγράφει ο ιστορικός Ευσέβιος στο «Βίο του Μεγάλου Κωνσταντίνου». Η ανέγερση άρχισε το 325 μ.Χ. και τελείωσε το 335 μ.Χ. το δε επόμενο έτος έγιναν τα Εγκαίνια (336 μ.Χ.) από επισκόπους που πήραν μέρος στη Σύνοδο της Τύρου.
Το μεγαλοπρεπές αυτό κτίσμα του Μεγάλου Κωνσταντίνου, το 614 μ.Χ. καταστράφηκε όταν οι Πέρσες με βασιλιά το Χοσρόη Β΄, κυρίευσαν τα Ιεροσόλυμα, κατέστρεψαν το Ναό και πήραν μαζί τους σαν λάφυρο τον Τίμιο Σταυρό και αιχμάλωτο τον Πατριάρχη Ζαχαρία. Αργότερα ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου Ηράκλειος νίκησε τους Πέρσες και επανέφερε τον Τίμιο Σταυρό στα Ιεροσόλυμα το 629 μ.Χ. καθώς και τον Πατριάρχη Ζαχαρία. Τον Τίμιο Σταυρό ανύψωσε στο Γολγοθά στις 14 Σεπτεμβρίου.
Το 637 μ.Χ. οι Άραβες κυριεύουν τα Ιεροσόλυμα αλλά οι Άγιοι Τόποι παραμένουν ασφαλείς. Ο Χαλίφης Ομάρ Χαττάμπ με έγγραφο προς τον Πατριάρχη Σωφρόνιο Α΄, αναγνωρίζει και παραχωρεί σ΄ αυτόν τα κεκτημένα δίκαια των Ελλήνων πάνω στα Πανάγια Προσκυνήματα και παραχωρεί στους Έλληνες το περίφημο «Αχτιναμέ». Έκτοτε το Ελληνορθόδοξο Πατριαρχείο απολαμβάνει μέχρι σήμερα τα απαράγραπτα δίκαια και προνόμια του ελληνισμού πάνω στους Αγίους Τόπους, προς δόξαν Χριστού και της καθόλου Ορθοδοξίας.
Το 1009 μ.Χ. ο Ναός καταστρέφεται συθέμελα από το Χαλίφη Χάκεμ.
Το 1024-48 μ.Χ. ύστερα από συνεννόηση μεταξύ αυτοκράτορος Ρωμανού Γ΄ και Χαλίφη Λάχερ, ξαναχτίζεται ο Ναός με την ενίσχυση των αυτοκρατόρων Μιχαήλ του Παφλαγόνος και Κωνσταντίνου του Μονομάχου. Περιγραφή του Ναού τούτου γνωρίζομε από περιηγητές και ιδιαίτερα από το Ρώσο ηγούμενο Δανιήλ, που περιγράφει με ακρίβεια και τα άλλα Πανάγια Προσκυνήματα.
Το 1099-1149 μ.Χ. οι Σταυροφόροι κυριεύουν τα Ιεροσόλυμα και κατά διαστήματα επισκευάζουν το Ναό.
Το 1545 μ.Χ. ο Πατριάρχης Γερμανός ανακαίνισε το ιερό Κουβούκλιο του Παναγίου Τάφου και κάλυψε τον τρούλο με μολύβι.
Το 1809 μ.Χ. στις 30 Σεπτεμβρίου καταστράφηκε ο Ναός. Τον πυρπόλησε ένας Αρμένιος. Αμέσως με πρωτοβουλία του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Πολυκάρπου, άρχισε η ανοικοδόμηση του Ναού. Τις εργασίες διηύθυνε ο Έλληνας αρχιτέκτονας Κομνηνός Μυτιληναίος. Το 1810 μ.Χ. έγιναν τα Εγκαίνια.
Το 1867 μ.Χ. με δαπάνη των τότε μεγάλων δυνάμεων Ρωσσίας, Γαλλίας και Τουρκίας επισκευάστηκε ο μεγάλος τρούλος που έπαθε ζημιές από το σεισμό του 1834 μ.Χ.
Το 1953 μ.Χ. ύστερα από συμφωνία των Εκκλησιών Ιεροσολύμων, Ελλήνων, Λατίνων, και Αρμενίων άρχισε από κοινού η συντήρηση του χριστιανικού αυτού μνημείου που συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Το καθεστώς που ισχύει σήμερα για το Ναό της Αναστάσεως και για τα άλλα Πανάγια Προσκυνήματα έχει ρυθμιστεί με τη συνθήκη των Παρισίων του 1856 μ.Χ.

ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΠΑΝΑΓΙΩΝ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΩΝ

Με την κατάκτηση της Παλαιστίνης από τους Άραβες το 638 μ.Χ., ο χαλίφης Ομάρ Ιμπν Χαττάμπ, λαμβάνοντας υπόψιν του το μουσουλμανικό ιερό δίκαιο, εχορήγησε ασφάλεια ζωής, περιουσίας και ελευθέρας ασκήσεως της θρησκείας και της λατρείας στο «Βασίλειον Γένος» των Ελλήνων. Με τον περίφημο Αχτιναμέ (έγγραφη συνθήκη) που παρεχώρησε ο χαλίφης στον τότε πατριάρχη Ιεροσολύμων Σωφρόνιο (634-638) ανεγνωρίζονταν και κατοχυρώνονταν τα κυριαρχικά δικαιώματα των Ελληνορθόδοξων στους αγίους τόπους, στα ιερά και πανάγια προσκυνήματα της αγίας γης.

Ο επίσημος αυτός Αχτιναμές όριζε επίσης ότι οι μοναχοί και οι κάθε βαθμού κληρικοί του ελληνορθόδοξου πατριαρχείου των Ιεροσολύμων απαλλάσσονταν από την καταβολή του κεφαλικού φόρου, οι διοικητές διετάσσοντο να είναι ευμενείς και επιεικείς προς τους χριστιανούς, ενώ οι ξένοι προσκυνητές των παναγίων προσκυνημάτων υποχρεώνονταν να καταβάλλουν τίμημα αργύρου προς τον ελληνορθόδοξο πατριάρχη ως δείγμα πνευματικής υποταγής και αναγνώρισης.

Το αραβικό κείμενο, που ευρίσκεται σε χειρόγραφο της εθνικής βιβλιοθήκης των Παρισίων, αναφέρει μεταξύ άλλων τα εξής: «… Το παρόν διάταγμα του Omar, υιού του Khattab, είναι σύμβαση και σύμφωνο, που παρεχωρήθη στον επιφανέστατο και σεβασμιώτατο Σωφρόνιο, πατριάρχη του έθνους των αυτοκρατορικών, επί του όρους των Ελαιών, στα Ιεροσόλυμα. Περιλαμβάνει επίσης τους λαϊκούς, τον κλήρο, τους μοναχούς και μοναχές…

Ας έχουν λοιπόν πλήρη και απόλυτη ασφάλεια, όσον αφορά τη ζωή τους, τους ναούς τους, τις πεποιθήσεις τους και όλους τους προς προσκύνηση τόπους, τους οποίους κατέχουν τώρα εντός ή εκτός της Πόλεως, δηλαδή τον ΚΑΜΑΜΕ (το ναό της Αναστάσεως), το ναό της Βηθλεέμ, όπου ο Ιησούς εγεννήθη, τον μέγα ναό και το Σπήλαιον με τις τρεις αυτού Πύλες… Αυτοί και οι υπόλοιποι χριστιανοί, οι οποίοι ευρίσκονται εδώ, Γεωργιανοί και Αβησσυνοί, καθώς και Φράγκοι, Κόπτες, Σύροι, Αρμένιοι, Νεστοριανοί, Ιακωβίτες και Μαρωνίτες, οι οποίοι θα έλθουν ως απλοί προσκυνητές, θα υπάγονται στον αναφερθέντα πατριάρχη.

Ας έχουν την πρωτοκαθεδρία επί όλων των άλλων συμφώνως προς ό,τι παρεχωρήθη σ’ αυτούς… Κάθε γνήσιος πιστός, άνδρας ή γυναίκα, δικαστής ή κυβερνήτης, ο οποίος ασκεί καθήκοντα δικαστού επί της γης, πρέπει να σέβεται ό,τι πληρεξουσίως έχουμε χορηγήσει, πλούσιος ή πένης, μουσουλμάνος ή μουσουλμάνα, μαθητής του προφήτου.

Διά τον λόγο αυτό έχουμε εκδώσει χάριν αυτών το παρόν διάταγμα…».

Μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως από τους Οθωμανούς Τούρκους το 1453 μ.Χ., ο ελληνορθόδοξος πατριάρχης Ιεροσολύμων Αθανάσιος ο Δ΄ (1452-) μετέβη κρυφά στην Κωνσταντινούπολη και παρουσιάζοντας τον «Αχτιναμέ» του χαλίφη Ομάρ Ιμπν Χαττάμπ και τα μεταγενέστερα περί των παναγίων προσκυνημάτων έγγραφα στον Οθωμανό πορθητή Μωάμεθ τον Β΄, κατόρθωσε να διασφαλίσει και να ανανεώσει τα δικαιώματα και προνόμια των Ελληνορθόδοξων επί των παναγίων προσκυνημάτων στην αγία γη, με το παρακάτω Χάτι Σερίφ (αυτοκρατορικό διάταγμα), το οποίο ορίζει μεταξύ άλλων τα εξής:

«…Κατ’ εκείνους λοιπόν τους ορισμούς και κατά το ανέκαθεν γεγονός προς αυτούς έλεος, ελέησε και η ημετέρα βασιλεία αυτούς και διά του παρόντος υψηλωνύμου «ορισμού» επρόσταξα οι εξουσιάζοντες τις εν ξηρά και θαλάσση υποκείμενες στην βασιλεία μου επαρχίες, να υπερασπίζονται τον πατριάρχη και τους καλογέρους της Ιερουσαλήμ χωρίς να ενοχλούνται από κανένα.

Όποιος δε από τους υπέρτατους βεζύρηδες, ουλεμάδες και εξουσιαστές και δούλους της βασιλικής μου αυλής, αλλά και κάποιος από την μωαμεθανική φυλή ή προς χάριν ή προς απόλαυση άσπρων (χρημάτων), θελήσει να ανατρέψει τους παλαιούς… ιερούς και υψηλούς ορισμούς, να υποπέσει στην οργή του Θεού και του προφήτου…».

Όταν το 1517 η Παλαιστίνη κατεκτήθη από τους Οθωμανούς, ο Τούρκος σουλτάνος Σελήμ ο Α΄ παρεχώρησε επίσημο σουλτανικό έγγραφο προς τον Ελληνορθόδοξο πατριάρχη Ιεροσολύμων Δωρόθεο Β΄ Αττάλα (1505-1537), με το οποίο ανεγνώρισε στην εκκλησία των Ιεροσολύμων την πλήρη και απόλυτη κυριότητα επί των παναγίων προσκυνημάτων στους αγίους τόπους, αλλά και την απόλυτη ελευθερία για την τέλεση των θρησκευτικών και λατρευτικών τους καθηκόντων.

Το σουλτανικό έγγραφο που ονομάζεται «Περί προσκυνημάτων ορισμός», αναφέρει τα κάτωθι: «…Ο πατριάρχης λοιπόν των Ρωμαίων Αττάλας (Δωρόθεος) αφού εκλήθη, ήλθε με τους λοιπούς καλογήρους και εζήτησε τις εντός και εκτός της Ιερουσαλήμ κείμενες εκκλησίες, μοναστήρια και προσκυνήματα να τα έχουν πάλι, όπως και απ’ αρχής, υπό την κυριότητα και χρήση τους κατά τον ιερό Αχτιναμέ του Ομάρ και τους ορισμούς των προαπελθόντων βασιλέων. Επρόσταξα, λοιπόν και εγώ με τον παρόντα ιερό «ορισμό» να εξουσιάζουν…

Και να είναι ελεύθεροι διόλου από όλα τα βίαια δοσίματα και να μην ενοχλούνται από κανένα άλλο έθνος. Κατά τον παρόντα ιερό «ορισμό» μου, από όλες τις φυλές ο πατριάρχης των Ρωμαίων να πρωτεύει. Κατά τον Αχτιναμέ λοιπόν του Ομάρ Χαττάμπ και κατά τους ορισμούς των προαπελθόντων βασιλέων, έτσι έδωσα τα ίδια και εγώ και με τον παρόντα μου ιερό «ορισμό» επρόσταξα να γίνει η ενέργεια, κατά τον τρόπο που καθορίζεται…».

Και ενώ τα κυριαρχικά προνόμια των Ελληνορθόδοξων επί των παναγίων προσκυνημάτων στους αγίους τόπους ήταν δεδομένα, οι Λατίνοι εκμεταλλευόμενοι τον πόλεμο των Οθωμανών εναντίον της Αυστρίας, Πολωνίας, Ενετίας και Ρωσίας, την ήττα της Τουρκίας από την τσαρική Ρωσία και την απειλή της Γαλλίας να συμπράξει με τους εχθρούς της οθωμανικής αυτοκρατορίας, σε περίπτωση μη ικανοποιήσεως των αιτημάτων τους, κατόρθωσαν να διεισδύσουν στα πανάγια προσκυνήματα και να καταλάβουν ορισμένα από αυτά. Το ελληνορθόδοξο όμως πνεύμα και πάλι εδοξάσθη και εδικαιώθη.

Με άοκνες προσπάθειες ο Ελληνορθόδοξος πατριάρχης Ιεροσολύμων Παρθένιος (1737-1766) και η ολοπρόθυμη και γενναιόδωρη συνεισφορά του ορθοδόξου γένους των Ελλήνων, είχαν ως θετικό αποτέλεσμα την απόσβεση των οικονομικών χρεών της αγιοταφητικής αδελφότητος και την έκδοση του ευεργετικού αυτοκρατορικού διατάγματος από τον σουλτάνο Οσμάν Γ΄ κατά το σωτήριο έτος 1757, στο οποίο αναφέρεται λεπτομερώς η ιστορία των παναγίων προσκυνημάτων, οι διεκδικήσεις των Λατίνων και των λοιπών ομολογιών σε βάρος των Ελληνορθόδοξων.

Με το αυτοκρατορικό διάταγμα, δικαιώνονται και πάλι οι Ελληνορθόδοξοι, επανακτώνται τα πανάγια προσκυνήματα και κατοχυρώνονται πλήρως και απολύτως τα δικαιώματα και προνόμια των Ελληνορθόδοξων τους αγίους τόπους.

Σημειωτέον, ότι με αυτό το διάταγμα, στις 23 Νοεμβρίου του 1757, εγκαταστάθηκε μονίμως Έλληνας αγιοταφίτης φρουρός στο ιερό κουβούκλιο του παναγίου τάφου και απεδόθησαν στους Έλληνες όλα τα προσκυνήματα εντός του ιερού ναού της Αναστάσεως του Κυρίου, που είχαν καταλάβει οι Λατίνοι. Στις 29 Νοεμβρίου οι Ελληνορθόδοξοι έγιναν και πάλι οι κύριοι του θεομητορικού μνήματος στην Γεσθημανή και στις 11 Δεκεμβρίου της βασιλικής της γεννήσεως στην Βηθλεέμ.

Το δε αυτοκρατορικό διάταγμα του σουλτάνου Οσμάν Γ΄ επεκύρωσε ο διάδοχός του Μουσταφά ο Γ΄. Στο τέλος του κειμένου με έμφαση υπογραμμίζονται τα εξής: «Από τώρα και στο εξής να μην ενοχλούν… οι Φράγκοι τους Ρωμαίους (Έλληνες) για κανένα λόγο και καμία αιτία, αλλά να παύσουν οριστικά οι εναντίον των Ρωμαίων ζημίες και επιβουλές…»

Ολίγα έτη αργότερα, η αρπαγή των παναγίων προσκυνημάτων από τους Λατίνους, ύστερα από τον εξαναγκασμό του σουλτάνου Αβδούλ Μετζίτ από τον αυτοκράτορα της Γαλλίας Ναπολέοντα τον Γ΄, κατέστη η απώτερη αφορμή του Κριμαϊκού πολέμου (1853-1856). Η Γαλλία και η Αγγλία συμμαχώντας με την Τουρκία εκήρυξαν τον πόλεμο κατά της Ρωσίας, η οποία απαιτούσε την αποκατάσταση του πρώην καθεστώτος στους αγίους τόπους, την εξασφάλιση των ορθοδόξων και την αναγνώρισή της ως προστάτιδος δυνάμεώς τους στην αγία γη.

Η συνθήκη των Παρισίων, στις 31 Μαρτίου 1856, επεσφράγισε μεν τις θέσεις των δυτικών δυνάμεων στο Ανατολικό ζήτημα και επαναβεβαίωσε το δόγμα της ακεραιότητος της οθωμανικής αυτοκρατορίας, αλλά δεν επέτρεπε να επεμβαίνουν στα εσωτερικά της αυτοκρατορίας. Έτσι, με τα προγενέστερα διαδοχικά επίσημα αραβικά και οθωμανικά διατάγματα διεσφαλίζετο η κυριαρχία των Ελληνορθοδόξων στους αγίους τόπους και ανεγνωρίζετο το προϋπάρχον διοικητικό καθεστώς επί των παναγίων προσκυνημάτων.

Σε απάντηση της Γαλλίας που προσεπάθησε να ανατρέψει το Status quo στους αγίους τόπους σε βάρος των Ελληνορθόδοξων, η συνθήκη των Παρισίων, στο άρθρο 9, με σαφήνεια ορίζει ότι: «… Εξυπακούεται ότι σε καμία περίπτωση δεν δίνεται το δικαίωμα στις εν λόγω δυνάμεις ν’ αναμιχθούν είτε συλλογικά είτε μεμονωμένα στις σχέσεις της αυτού μεγαλειότητος του σουλτάνου με τους υποτελείς του ή στην εσωτερική διοίκηση της αυτοκρατορίας του…».

Με την συνθήκη του Βερολίνου (1/13 Ιουλίου 1878) και συγκεκριμένα με τα άρθρα 62 και 63 δίνονται ίσα δικαιώματα σε όλους τους υπηκόους της οθωμανικής αυτοκρατορίας ανεξαρτήτως θρησκεύματος, κατοχυρώνεται το προσκυνηματικό καθεστώς στους αγίους τόπους και διασφαλίζεται η προστασία του κλήρου, των προσκυνημάτων και των διπλωματικών εκπροσώπων. Η δε καταλυτική φράση υπέρ των δικαιωμάτων και προνομίων των Ελληνορθόδοξων στα πανάγια προσκυνήματα ορίζει ότι «… καμία αλλοίωση δεν μπορεί να επέλθει στο προσκυνηματικό καθεστώς (status quo) των αγίων τόπων».

Ο νόμος με τον οποίο διοικείται σήμερα το ελληνορθόδοξο πατριαρχείο των Ιεροσολύμων υπεγράφη υπό του Ιορδανού βασιλέως Ζουσεΐν Ιμπν Ταλάλ, στις 26 Μαρτίου του 1958, επί της πατριαρχείας του Ιεροσολύμων Βενέδικτου. Είναι χρονολογικά το τελευταίο επίσημο νομοθέτημα που διασφαλίζει τον ελληνορθόδοξο χαρακτήρα του πατριαρχείου των Ιεροσολύμων και τα προαιώνια προνόμια των Ελληνορθόδοξων αγιοταφιτών επί των παναγίων προσκυνημάτων στην αγία γη.

Ο νόμος αυτός διαιρείται σε εννέα μέρη και στα 35 άρθρα του διαλαμβάνει τα σχετικά με τα καθήκοντα του πατριάρχου, την συγκρότηση και τα καθήκοντα της ιεράς συνόδου, την δομή και λειτουργία του λεγομένου μικτού συμβουλίου και των κοινοτικών τοπικών συμβουλίων, την εκλογή και τον διορισμό του πατριάρχου, των μητροπολιτών και των ποιμαινόντων επισκόπων, τα περί της παύσεως πατριάρχου και τοποτηρητού του πατριαρχικού θρόνου, τα της υποστάσεως και εσωτερικής λειτουργίας και συγκροτήσεως της αγιοταφικής αδελφότητος και τέλος, διάφορες οικονομικές και διοικητικής φύσεως διατάξεις.

 Πηγή : freemonks.gr

ΚΑΤΕΒΑΣΤΕ ΤΟ APP

Download on the App Store Get it on Google Play

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ