Φόνος στη Μακρυνίτσα : Η ελληνική κοινωνία νοσεί και ζητά βοήθεια!

192
γράφει η Εύα Μαυρίδου
γράφει η Εύα Μαυρίδου

 

 

 

 

Σοκαρισμένη η Μακρινίτσα, όλη η τοπική κοινωνία του Βόλου και σίγουρα ολόκληρη η χώρα μας, από το στυγερό έγκλημα με θύματα δύο νεκρά νεαρά αδέρφια και θύτη τον εν διαστάσει σύζυγο, αλλά και πατέρα του ορφανού πλέον παιδιού της άτυχης νεαρής κοπέλας.

Αν και στη συγκεκριμένη περίπτωση, όπως άλλωστε και σε πλήθος άλλων παρόμοιων εγκλημάτων, θύματα δεν είναι μόνο οι τραυματίες ή οι νεκροί.

Θύματα είναι και όλοι όσοι μένουν πίσω να θυμούνται, να σκέφτονται και να μην μπορούν να ξεχάσουν, να μην καταφέρουν ποτέ να επουλώσουν τα τραύματα της βιαιότητας και του χαμού των δικών τους ανθρώπων, να ζούνε ενώ είναι νεκρή η ψυχή τους.

Θύματα είναι και τα ανήλικα ή όχι, παιδιά που ζουν τη φρίκη ενός πολέμου που διαδραματίζεται εντός του πιο ασφαλούς κρησφύγετου που θα μπορούσε να έχει κάποιος, αυτού της οικογένειας.

Θύματα είναι όλες οι οικογένειες και όλα τα μεμονωμένα άτομα που αδυνατούν οι νόμοι μας να προστατεύσουν. Γιατί δεν υπάρχουν νόμοι που θα προλάβουν και θα εμποδίσουν ένα κακό, όπως αποδεικνύεται. Υπάρχουν μόνο αυτοί που θα δικάσουν και ίσως τιμωρήσουν το θύτη. Βέβαια ποιον θύτη; Aυτόν που ίσως δείξει καλή διαγωγή είτε εργαστεί εκτίοντας την ποινή του είτε απλά περιμένοντας να περάσει το διάστημα που ορίζει ο νόμος Παρασκευόπουλου, θα βρίσκεται και πάλι έξω, συνεχίζοντας με καθαρή συνείδηση  ή ακόμα και χειρότερα θολωμένη σκέψη, το έργο του. Ή αυτόν που θα επικαλεστεί μέσω του δικηγόρου υπεράσπισης ότι δεν καταλάβαινε τι έκανε ή ότι είναι άνθρωπος ψυχικά άρρωστος. Πολύ συνηθισμένο και άλλωστε, το προτιμούν πολλοί.

Θύμα είναι και η κοινωνία μας που ζει μέσα στον τρόμο, τη βιαιότητα, την απειλή και το άκουσμα της κακής είδησης. Πόσες  φορές ακόμα θα ακουστεί από τα χείλη μας αυτό το ‘’εάν’’ στην περίπτωση που μπορούσαμε να κάνουμε και εμείς οι ίδιοι κάτι και δεν το κάναμε; Στην περίπτωση τη συγκεκριμένη όμως, μαθαίνουμε ότι τα θύματα και η οικογένειά τους, είχαν απειληθεί και είχαν ενημερωθεί από το δράστη για το θάνατό τους. Αυτό που δεν ήξεραν ήταν το πότε! Όλο το χωριό γνώριζε ότι ήταν θέμα χρόνου, όμως ο νόμος ήταν ο αρμόδιος και όλοι εναπόθεσαν την ελπίδα και τη ζωή τους, εκεί, στο νόμο. Είχαν ζητήσει βοήθεια από την αστυνομία, είχε φτάσει το θέμα στον εισαγγελέα, είχαν προσπαθήσει με κάθε τρόπο να ΜΗΝ πεθάνουν. Γιατί μόνο αυτούς είχε πείσει ο δολοφόνος τους ότι θα τους σκότωνε και ότι αυτό ήταν απλά θέμα χρόνου. Όλοι οι υπόλοιποι ακολουθούσαν τις τυπικές και γραφειοκρατικές διαδικασίες, ενώ είχε ήδη διεταχθεί από τον περασμένο μήνα ο εγκλεισμός του θύτη σε ψυχιατρείο, όπως δήλωσε και ο δικηγόρος υπεράσπισής του κος Βούλγαρης.

Το θύμα με το δράστη όταν τίποτα δεν προμήνυε αυτό που θα ακολουθούσε
Το θύμα με το δράστη όταν τίποτα δεν προμήνυε αυτό που θα ακολουθούσε
Ο κουνιάδος του θύτη, δεύτερο θύμα της επίθεσης
Ο κουνιάδος του θύτη, δεύτερο θύμα της επίθεσης

ΤΟ ΠΡΟΦΙΛ ΤΟΥ ΘΥΤΗ

Ο 32χρονος δολοφόνος, ζούσε στο σπίτι της γιαγιάς του και της θείας του στην περιοχή Αγ. Μαρίνα του Αγ. Βλασίου. Εργαζόταν περιστασιακά σε συνεργείο αυτοκινήτων και λάμβανε αναπηρική σύνταξη, καθώς φέρεται να είχε τραυματιστεί σοβαρά σε τροχαίο ατύχημα στην Αγριά, έξω από το εργοστάσιο της ΕΨΑ. Είχε χάσει τον πατέρα του, ενώ η μητέρα του φέρεται να νοσηλεύεται σε ψυχιατρική κλινική της Αθήνας.

«Βοήθεια, σώστε με. Έχει έρθει να μας σκοτώσει. Σπάει τη τζαμαρία για να μπει στο σπίτι μας», φώναζε λίγα λεπτά πριν τις 19:40 το βράδυ της Δευτέρας η 28χρονη γυναίκα που έχασε τη ζωή της από τον εν διαστάσει σύζυγό της. Αμέσως, ο αστυνομικός του Α.Τ. Βορείου Πηλίου μπήκε στο περιπολικό και κατευθύνθηκε στη Μακρινίτσα. Παρότι η απόσταση δεν είναι μεγάλη, ο αστυνομικός άργησε να φτάσει, καθώς μπροστά του προπορευόταν ένα φορτηγό.

Η αστυνομία για κάποιους δεν έπρεπε να ήταν πίσω από το φορτηγάκι, αλλά να έχει γίνει η σκιά αυτού που λίγες ημέρες πριν ομολόγησε ενώπιόν τους ότι θα τους σκοτώσει. Τώρα τί;

 Πόσες φορές θα ευχηθούμε να γυρνούσε ο χρόνος πίσω, αλλά και οι άνθρωποί μας;

Τί θα μάθει αυτό το μικρό παιδάκι όταν μεγαλώσει και πόση έλλειψη μάνας θα νιώσει;

Ποιος θα παρηγορήσει αυτούς τους γονείς που έχασαν τα δύο παιδιά τους;

Μπορούν οι ισχύοντες νόμοι να εγγυηθούν για τη ζωή και την ασφαλειά μας;

Όταν τα φώτα των περίεργων δημοσιογράφων θα φύγουν από πάνω τους και μείνουν μόνοι να μεγαλώνουν το εγγόνι τους, να στέκονται δίπλα του και να προσπαθούν να καλύψουν αγεφύρωτα κενά, όταν συνειδητοποιήσουν τί έχει γίνει – γιατί ακόμη δεν είναι σε θέση – τότε ας είναι οι τελευταίοι που θρηνούν άδικα και που θυσιάζουν στο βωμό της τυπικότητας και της γραφειοκρατικής διαδικασίας τα ίδια τους τα παιδιά.

Οι εποχές που ζούμε είναι δύσκολες, οι σχέσεις εύθραυστες και τα ένστικτα όλο και πιο ζωώδη, ταλανίζουν την κοινωνία μας. Η πανδημία, ο εγκλεισμός αλλά και η ανεργία στη χώρα μας, έχουν αποκαλύψει μεγαλύτερη βιαιότητα. Η κατάσταση πλέον δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με τις συνθήκες που ίσχυαν, αλλά το κράτος έχει την ευθύνη και οφείλει να φέρει νομοθετικές ρυθμίσεις και επίσπευση διαδικασιών, ώστε να διασφαλίσει τους πολίτες του. Εκ νέου, προσαρμοσμένες στα νέα δεδομένα, πριν να είναι αργά.

Απόσπασμα από τα λόγια των γονιών

«Το είχε προμελετημένο το έγκλημα αυτός. Απειλούσε μπροστά και στην αστυνομία ότι θα χυθεί αίμα και θα θρηνήσουμε θύματα. Αυτό έγινε την προηγούμενη Πέμπτη. Είπα στον αστυνόμο να το καταγράψει, την απειλή», είπε ο κ. Απόστολος.

«Όταν ήρθε αυτός σπίτι είπα στο σύζυγό μου να μείνει μέσα στο δωμάτιο να προφυλάξει το παιδάκι, να μη βγει και είπα ότι θα αντιμετωπίσω εγώ την κατάσταση. Οι αστυνομικοί τον γνώριζαν, είχαμε ενοχλήσει πολλές φορές. Εκείνη την ημέρα πήρε την κόρη μου τηλέφωνο και της είπε να κατεβάσει το παιδί στο δρόμο για να το δει. Η κόρη μου αρνήθηκε και του είπε ότι δε θα δει το παιδί αφού είναι σε αυτή την κατάσταση, και αυτός της είπε ότι θα έρθει από το σπίτι. Η κόρη μου του είπε ότι θα καλέσει την αστυνομία και της είπε να την καλέσει αν προλάβει. Τρέξαμε να κλειδώσουμε πόρτες, η κόρη μου καλούσε την αστυνομία, και σε κλάσματα δευτερολέπτου τον είδα στην πόρτα. Πετούσε πέτρες και ξύλα για να σπάσει το τζάμι. Ήταν να κατατεθούν χτες τα ασφαλιστικά μέτρα, αλλά το παιδί το έβλεπε ακόμα. Εχτές τον έπιασε το αμόκ, μπήκε από την κάτω πόρτα. Είχε κατατεθεί αίτημα για τον εγκλεισμό του και είχε και φαρμακευτική αγωγή που δεν την ακολουθούσε» εξήγησε η κ. Αθανασία.

«Δεν ξέρω γιατί τόσο μίσος, την ζήλευε υπερβολικά. Από ζήλια έγιναν όλα» είπε ο πατέρας των δύο αδικοχαμένων νέων παιδιών.

«Εγώ ήμουν στην εσωτερική σκάλα τον είδα που ήταν αφηνιασμένος και ήθελα να τον καθησυχάσω. Τον ρώτησα αν θέλει να μιλήσουμε και έβγαλε ένα μαχαίρι και άρχισε να με χτυπάει. Έχω ένα βαθύ τραύμα στο χέρι από το μαχαίρι. Η κόρη μου ήταν πάνω. Τον άκουσε να λογομαχεί με εμένα και ήρθε κάτω η κόρη μου και τότε άφησε εμένα και άρπαξε την κόρη μου. Σε κάποια στιγμή βγήκε έξω. Είχε ειδοποιηθεί ο γιος μου για το τι συνέβαινε και έτρεξε να μας προστατεύσει. Και αυτό παραφυλούσε και τον κάρφωσε με το μαχαίρι στην αυλή. Το παιδί ήταν κλεισμένο στο δωμάτιο με τον παππού του», περιέγραψε η κ. Αθανασία.

«Εμείς θέλουμε δικαιοσύνη για την ανάπαυση το παιδιών μας, τίποτα άλλο» είπε ο πατέρας των δύο παιδιών συντετριμμένος.

ΚΑΤΕΒΑΣΤΕ ΤΟ APP

Download on the App Store Get it on Google Play

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ